Της Δωρας Aντωνιου
Η ανακοίνωση, πριν από μία εβδομάδα, της απόφασης του προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα να επισκεφθεί την Τουρκία αιφνιδίασε (και) την Αθήνα. Η γνωστοποίηση της πρόθεσης του Αμερικανού προέδρου, όπως και η ιδιαίτερα θερμή ατμόσφαιρα που επικράτησε κατά την επίσκεψη στην Αγκυρα της Αμερικανίδας υπουργού Εξωτερικών κ. Χίλαρι Κλίντον, σηματοδοτεί τουλάχιστον αλλαγή κλίματος στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, που δεν βρέθηκαν στο καλύτερο σημείο τους τα τελευταία χρόνια. Ταυτόχρονα, όμως, αυτή η σηματοδοτούμενη αλλαγή προκαλεί σε διπλωματικούς κύκλους στην Αθήνα έντονο προβληματισμό για την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων και, ενδεχομένως, για την ανάγκη αναπροσαρμογής της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής σε σχέση με την Τουρκία.
Μεροληπτική στάση
Η Ουάσιγκτον για πρώτη φορά έπειτα από δεκαετίες εγκαταλείπει την αρχή της αμοιβαιότητας, που ήθελε Αθήνα και Αγκυρα να αντιμετωπίζονται ως «πακέτο» σε κάθε επίσκεψη Αμερικανού προέδρου στην περιοχή. Επρόκειτο για μια κίνηση εν πολλοίς σημειολογική, για να φαίνεται ότι τηρούνται ίσες αποστάσεις και ουδετερότητα απέναντι στις δύο χώρες. Η επίσκεψη Ομπάμα μόνο στην Αγκυρα, τώρα, μπορεί να μεταφραστεί σε μεροληπτική υπέρ της Τουρκίας στάση, σε σχέση με τα ελληνοτουρικά; Εμπειροι διπλωμάτες εκτιμούν πως όχι. Και αιτιολογούν την άποψή τους, προβάλλοντας την ατζέντα που προωθεί η αμερικανική πλευρά σε σχέση με την Τουρκία. Αυτή εστιάζεται στα μεγάλα ζητήματα της ευρύτερης περιοχής, που έχουν τεθεί ως προτεραιότητα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής τη δεδομένη χρονική στιγμή, όπως το Ιράκ, το Αφγανιστάν, οι σχέσεις με το Ιράν, το Μεσανατολικό, και δεν περιλαμβάνει θέματα που αφορούν το τρίγωνο Ουάσιγκτον - Αθήνα - Αγκυρα. Προσθέτουν ενδεικτικά ότι στην επίσκεψη της κ. Κλίντον τα δύο ζητήματα ελληνικού ενδιαφέροντος που εθίγησαν στις δημόσιες τοποθετήσεις είναι θέματα διεθνοποιημένα και όχι αμιγώς διμερή. Πρόκειται για το Κυπριακό, όπου η αποστροφή της κ. Κλίντον περί «άρσης της απομόνωσης των Τουρκοκυπρίων» ενόχλησε Αθήνα και, κυρίως, Λευκωσία, το ζήτημα των θρησκευτικών ελευθεριών και την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Υπό το πρίσμα αυτό, στέλεχος του υπουργείου Εξωτερικών αναφέρει ότι «δεν έχει νόημα να μπούμε σε αγώνα δρόμου με την Τουρκία για τη διεκδίκηση της αμερικανικής προσοχής, καθώς η ατζέντα που προωθεί η Ουάσιγκτον σε σχέση με την Αγκυρα είναι εντελώς διαφορετική από αυτήν που αφορά το τρίγωνο ΗΠΑ - Ελλάδας - Τουρκίας». Αυτό, βεβαίως, σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει ότι η Αθήνα δεν θα ήθελε, για λόγους εντυπώσεων, να εξασφαλίσει μια συνάντηση του πρωθυπουργού κ. Κώστα Καραμανλή με τον κ. Ομπάμα πριν ο τελευταίος μεταβεί στην Τουρκία, δηλαδή στο περιθώριο είτε της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, στις 3 και 4 Απριλίου στο Στρασβούργο και στο Κελ, είτε στις 5 Απριλίου, στη Σύνοδο Ε.Ε. - ΗΠΑ, στην Πράγα.
Υποβαθμισμένος ρόλος
Τα επιχειρήματα που χρησιμοποιεί το υπουργείο Εξωτερικών έναντι των εντυπώσεων που προκλήθηκαν από την ανακοίνωση της επίσκεψης Ομπάμα στην Τουρκία δεν πείθουν την αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία εγκαλεί την κυβέρνηση για διαρκή υποβάθμιση του ρόλου που διαδραματίζει η χώρα μας στην περιοχή, αναφέροντας ότι η Ελλάδα έχει απολέσει το έρεισμα που διέθετε παλαιότερα στις χώρες της Μέσης Ανατολής και στον αραβικό κόσμο γενικότερα. Από κυβερνητικής πλευράς απαντούν ότι η γεωγραφική θέση της Τουρκίας της δίνει, στην παρούσα συγκυρία, ενισχυμένη γεωπολιτική αξία, καθώς συνορεύει με τις περισσότερες χώρες που ενδιαφέρουν άμεσα τις ΗΠΑ. Προσθέτουν επίσης ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να ανταγωνιστεί την τουρκική επιρροή στον μουσουλμανικό κόσμο, ενώ ως μέλος της Ε.Ε. δεν θα μπορούσε, για παράδειγμα, να συνομιλεί απευθείας με τη Χαμάς, όπως κάνει η Τουρκία.
Μπορεί, σύμφωνα με τις αναλύσεις που γίνονται στο υπουργείο Εξωτερικών, η επίσκεψη Ομπάμα στην Τουρκία να μην αφορά άμεσα τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ωστόσο φαίνεται να δικαιώνει την επιδίωξη της Τουρκίας να αναδειχθεί σε περιφερειακή δύναμη και να καταστεί προνομιακός συνομιλητής της υπερδύναμης και μεσολαβητής στην προσπάθειά της να διευθετήσει μια σειρά από καίρια ζητήματα στην ευρύτερη περιοχή. Από αυτήν τη διαπίστωση εγείρεται έντονος προβληματισμός στην Αθήνα, σε σχέση με ενδεχόμενη ανάγκη αναπροσαρμογής της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής έναντι της γείτονος.
Πολιτική έντασης
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει διπλωματική πηγή, πρέπει να εξεταστούν με ιδιαίτερη προσοχή οι ενδεχόμενες επιπτώσεις που θα έχει η ανάδειξη της Τουρκίας σε περιφερειακή δύναμη στις διμερείς μας σχέσεις. Ειδικότερα, οι επιπτώσεις σε σχέση με την Ε.Ε. Το κατά πόσο, δηλαδή, η Τουρκία υπό τα νέα δεδομένα θα συνεχίσει να επιδιώκει πρόοδο στις σχέσεις της με την Ε.Ε. με τον ίδιο ρυθμό όπως και πριν ή θα αναδιατάξει τον προσανατολισμό της, θέτοντας άλλες προτεραιότητες. «Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας είναι το πιο βασικό εργαλείο μας στην πολιτική έναντι της γείτονος τα τελευταία χρόνια», επισημαίνει έμπειρος διπλωμάτης, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ενδεχομένως η Αθήνα θα πρέπει να αρχίσει να αναζητεί εναλλακτικές.
Το δεύτερο σημείο έντονου προβληματισμού της Αθήνας από την ανάδειξη της Τουρκίας σε περιφερειακή υπερδύναμη αφορά την ακολουθούμενη πολιτική έντασης της γείτονος στο Αιγαίο, καθώς πολλοί είναι εκείνοι που εκτιμούν ότι η Αγκυρα θα γίνει πιο πιεστική στις διεκδικήσεις της, εκφράζοντας την ανησυχία τους για περαιτέρω αύξηση της έντασης και των προκλήσεων από τουρκικής πλευράς, προκλήσεις οι οποίες, ούτως ή άλλως, εμφανίζονται «αναβαθμισμένες» και με μεγαλύτερη συχνότητα τους τελευταίους μήνες.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_politics_2_15/03/2009_307724
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου