ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ (ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ) ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΗΓΕΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΜΠΟΝΑΝΟΣ, ΑΡΑΠΑΚΗΣ ΚΑΙ ΛΟΠΟΙ)
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΙΣΒΟΛΗ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΤΟ 1974.
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΑΡΑΜΙΛΟΥ ΗΡΩΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΥΤΟΘΥΣΙΑΣ
==============================
==============================
==============================
========
ΕΙΣΒΟΛΗ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΤΟ 1974. ΑΤΤΙΛΑΣ-1 ΚΑΙ ΑΤΤΙΛΑΣ-2.
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΑΡΑΜΙΛΟΥ ΗΡΩΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΥΤΟΘΥΣΙΑΣ
Προκαταρτικά
ΟΙ
προετοιμασίες των τουρκικών δυνάμεων που θα εκτελούσαν την απόβαση,
ξεκίνησαν τον Απρίλιο του 1974. Η ΚΥΠ ενημέρωνε το Πεντάγωνο για
αυξημένη τουρκική δραστηριότητα......
31/5/1974.
Μετά τις συνομιλίες των δύο υπουργών των εξωτερικών, ο τούρκος πρέσβυς
Γκουρούν πληροφόρησε το Μαρκεζίνη κατά τη διάρκεια του γεύματος ότι ο
στρατηγός Ντάβος βρίσκεται στη Σμύρνη, όπου συνομιλεί με Αμερικανούς και
Τούρκους αξιωματικούς.
Τί συνομίλησε άραγε με τους τούρκους παραμονές του πραξικοπήματος στην Κύπρο ο έμπιστος στρατηγός και του Καραμανλή;
Από
τις 18 Ιουλίου παρατηρήθηκε έντονη δραστηριότητα σε όλα τα αεροδρόμια
της Νότιας τουρκίας, κυρίως δε σε αυτό των Αδάνων. Η ΚΥΠ, βάσει συνεχών
υποκλοπών που διενεργούσαν τα κλιμάκια Κύπρου, πιστοποίησε διαρκή
ανταλλαγή σημάτων μεταξύ της τουρκοκυπριακής στρατιωτικής διοίκησης της
Λευκωσίας και της Μερσίνας.......
Η
νηοπομπή εξήλθε του λιμανιού της Μερσίνας στις 19 Ιουλίου ώρα 17.00.
...Από το πρωϊ όλα τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία μετέδιδαν τις
προετοιμασίες των τούρκων, ενώ το BBC προέβαλε εικόνες του απόπλου στις 17.30. ...η αντίδραση Αθήνας και Λευκωσίας παρέμεινε ανεξήγητα απαθής...
Οι πρώτες ώρες της εισβολής
Η
τουρκική νηοπομπή εντοπίστηκε από τα ελληνικά ραντάρ το βράδυ της
παραμονής της εισβολής. Ανά μισή ώρα, η Ναυτική Διοίκηση Κύπρου ανέφερε
την πρόοδο του πλού, οι απαντήσεις όμως από την Αθήνα έφθαναν
στερεότυπες και καθησυχαστικές:
«Δεν δικαιολογείται ανησυχία. Πρόκειται περί γυμνασίων».
Απαγόρευση στον Διοικητή του 251 Τ.Π. να αναπτυχθεί έγκαιρα για απόκρουση των τούρκων.
Τ
Η Ν ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 19η Ιουλίου 1974, από το μεσημέρι ήδη της παραμονής της
εισβολής του Αττίλα, ο διοικητής του 251Τ.Π. Παύλος Κουρούπης, ζητούσε
αυτοπροσώπως την άδεια των προϊσταμένων στο ΓΕΕΦ για να υλοποιήσει
εγκαίρως τα σχέδια άμυνας και τη μετακίνηση των λόχων του, από το
στρατόπεδο της Γλυκιώτισσας (2 χιλιόμετρα δυτικά της Κερύνιας), στις
θέσεις της πολεμικής τους αποστολής.
- Τον διέταξαν να μην κάνει τίποτε.
- Τον διέταξαν να παραμείνει η μονάδα στο στρατόπεδό της.
Ο
στόλος εισβολής του Αττίλα πλησίαζε. Τον παρακολουθούσαν. Και η διαταγή
του αρχηγείου Μπονανο-προδότη και του υπαρχηγείου Γεωργιτσο-προδότη
ήταν να παραμείνει το 251 υπεράσπισης των ακτών της Κερύνειας, ανενεργό
στο στρατόπεδό του. Εύκολος στόχος για την τουρκική αεροπορία που
ανέλαβε δράση από τα ξημερώματα της 20ης Ιουλίου.
Και
το ΓΕΕΦ του Γεωργιτσο-προδότη, έδωσε τελικά τη διαταγή εμπλοκής με τον
εχθρό στις 08.20 το πρωί. Τρεις και πλέον ώρες μετά την έναρξη του
Αττίλα.
Αποστολή αυτοκτονίας αφθάστου ηρωισμού
Στις 04.45 της 20ης Ιουλίου
1974 διατάχθηκαν από τον ναυτικό διοικητή Κύπρου οι δύο ναυλοχούσες
Κυπριακές τορπιλλάκατοι στην Κερύνια να εξέλθουν για να συναντήσουν τον
τουρκικό στόλο. Επρόκειτο καθαρά για αποστολή αυτοκτονίας δεδομένου οι
δύο τορπιλάκατοι θα αντιμετώπιζαν πέντε τουρκικά αντιτορπιλικά, των
οποίων το μέγιστο βεληνεκές πυροβόλων έφτανε τα 17 χιλιόμετρα, ενώ οι
τορπίλες των Κυπριακών σκαφών είχαν βεληνεκές 3,5 χιλιόμετρα....
Στις
05.25 ο κυβερνήτης της μιας τορπιλακάτου, υποπλοίαρχος Ελευθέριος
Τσομάκης από την Αθήνα, ανέφερε ότι ετοιμαζόταν προς βολή έχοντας
πλησιάσει ταχύτατα στα δύο μίλια τη νηοπομπή και βαλλόμενος συνεχώς από
τα τουρκικά αεροσκάφη και αντιτορπιλικά. Το επόμενο λεπτό το σκάφος
βλήθηκε και βυθίστηκε σχεδόν αμέσως....Διασώθηκε μόνον ο αρχικελευστής
Διονύσης Μαγέτος, ο οποίος περιέγραψε τις τελευταίες δραματικές σκηνές:
<<Ο
υποπλοίαρχος Τσομάκης διέταξε να ετοιμαστούν οι τορπίλες προς
εκτόξευση. Βρισκόμασταν στο τελευταίο στάδιο προετοιμασίας και απείχαμε
2.000 γυάρδες από τα πρώτα σκάφη των τούρκων. Τότε ακούστηκε η μοιραία
έκρηξη που διέλυσε το σκάφος μας>>.
Ομοίως χτυπήθηκε και η δεύτερη τορπιλάκατος της οποίας διασώθηκαν οι άνδρες και βγήκαν κολυμπώντας στη στεριά.
Παρά την αποτυχία της παράτολμης προσπάθειας, ιστορικός έμεινε ο ηρωισμός των πληρωμάτων.
Η απόβαση
Μετά
την αποτυχία προσβολής της από τις δύο κυπριακές τορπιλακάτους, η
τουρκική νηοπομπή αφού δεν θεώρησε κατάλληλη την παραλία της Παναγίας
της Γλυκιώτισσας τρία χιλιόμετρα δυτικά της Κερύνιας, τελικά εντόπισε
για την απόβαση την παραλία του πεντεμιλίου εύρους 250 μέτρων, οκτώ
χιλιόμετρα από την Κερύνια.
Οι
πρώτοι λίγοι τούρκοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν, χωρίς καμμίαν αντίσταση
στην κυπριακή γή, για έλεγχο της ακτής στις 06.00 ή κατά άλλους στις
06.30. Επέστρεψαν στο πλοίο τους και ανέφεραν ότι ο χώρος ήταν
κατάλληλος για απόβαση, Στις 07.15 η πρώτη αποβατική λέμβος αποβίβασε
60 οπλίτες και ένα εκσκαφέα και μέχρι τις 09.00 πραγματοποιήθηκαν 50
περίπου προσγιαλώσεις αποβατικών.
Καθυστερημένη επίθεση του ηρωικού 251 Τάγματος του Παύλου Κουρούπη
Με
την εκδήλωση της απόβασης στις 07.15, ο αντισυνταγματάρχης Κουρούπης,
στη ζώνη ευθύνης του οποίου ανήκε η περιοχή, διέσπειρε το τάγμα του
(πράγμα που ζητούσε πολλές μέρες πριν και δεν του επέτρεπαν) και δύο
λόχοι κατέφθασαν πεζοπορώντας στην ακτή της απόβασης, γύρω στις 09.00.
Εκεί οι εισβολείς είχαν ήδη συλλάβει τους κατοίκους των παρακείμενων
εξοχικών κατοικιών και προέβαιναν στις πρώτες εν ψυχρώ εκτελέσεις.
Όπως περιγράφει ο αυτόπτης μάρτυρας Κώστας Παπαέλληνας:
<<Μας
οδήγησαν, εμένα και την οικογένεια μου, κοντά στον κύριο δρόμο. Στα
σκαλοπάτια του απέναντι σπιτιού είδα σκοτωμένους τους γείτονες... Θα
ήταν περίπου 09.30 το πρωί, όταν ακούστηκαν τα πρώτα πυρά των δικών μας.
Θα πρέπει να βρίσκονταν σε απόσταση 100 μόνον μέτρων. Οι τούρκοι
θερίστηκαν κατά δεκάδες, μπροστά στα μάτια μας. Ούτε καλύπτονταν ούτε
οπισθοχωρούσαν. Απλώς έπεφταν, τραυματισμένοι ή σκοτωμένοι, ο ένας μετά
τον άλλον. Ο τόπος γέμισε αίματα και ανθρώπινα κορμιά, που
σφάδαζαν>>.
Ήταν οι δύο λόχοι του 251 Τάγματος του Παύλου Κουρούπη.
Παρά
τις απώλειες που προκάλεσε στους τούρκους, η 200 ανδρών δύναμη ήταν
ανεπαρκής για μετωπική επίθεση και ρίψη των εισβολέων στη θάλασσα. Αν
όμως βρισκόταν έγκαιρα εκεί προ της απόβασης των τούρκων θα ήταν μάλλον
αδύνατο για τους τούρκους να αποβιβαστούν.
Εν
τω μεταξύ η ελληνική στρατιωτική ηγεσία μέχρι τις 08.40 συνέχιζε να
συνιστά αυτοσυγκράτηση. Μέχρι τότε κυριαρχούσε μία εξωφρενική απάθεια.
Χαρακτηριστική ήταν η απάντηση του Μπονάνου (αρχηγός Ενόπλων Δυνάμεων Ελλάδος) όταν του ανέφεραν ότι άρχισαν βομβαρδισμοί:
«Λέτε ψέματα και θέλετε να εμπλέξετε την Ελλάδα».
Όταν του έβγαλαν το ακουστικό του τηλεφώνου έξω από το παραθυρο για να ακούσει τις εκρήξεις των βομβών τους είπε,
«ότι μπορεί οι ίδιοι να βάλανε τα δικά τους πυροβόλα να κτυπούν για να τον παραπλανήσουν» .
Βέβαια «ο Αρχηγός ήξερε καλά τι γινόταν» και προφανώς κέρδιζε χρόνο για τους τούρκους.
Έτσι μόνον στις 08.40 διαβιβάστηκε επιτέλους η εντολή στη Λευκωσία: «Χτυπάτε δι ͐ όλων των μέσων».
Το απόγευμα της 20ης Ιουλίου,
η νηοπομπή των τούρκων εγκατέλειψε το χώρο της απόβασης επιστρέφοντας
στη Μερσίνα, προς παραλαβή του δεύτερου αποβατικού κύματος.
Εν
τω μεταξύ συνεχιζόταν η ρίψη αλεξιπτωτιστών σε διάφορα σημεία του
τουρκοκυπριακού θύλακα Λευκωσίας (ή από λάθος των τούρκων σε άσχετα
σημεία ) οι οποίοι όμως υπέστησαν πολύ μεγάλες απώλειες και από τις
Ελληνοκυπριακές δυνάμεις αλλά και από τους κατοίκους ελληνικών χωριών
που διατηρούσαν υψηλό φρόνημα και πατριωτικό ενθουσιαμό.
Η επίθεση ηρωϊκή της ΕΛΔΥΚ (Ελληνική Δύναμις Κύπρου)
Στόχος
της ΕΛΔΥΚ ήταν η μετωπική επίθεση κατά του τουρκοκυπριακού θυλάκου
Λευκωσίας-Κιόνελι (τουρκικό χωριό στους πρόποδες της βόρειας οροσειράς
του πενταδακτύλου) όπου είχε γίνει και ρίψη αλεξιπτωτιστών, διάρρηξη και
διάσπαση του. Μειονέκτημα ήταν το ότι η απόσταση των οκτώ χλιομέτρων
μέχρι το Κιόνελι ήταν έκταση επίπεδη χωρίς εδαφικές εξάρσεις.
Με
ταχεία κίνηση, οι άνδρες της ΕΛΔΥΚ και οι Κύπριοι εθνοφρουροί
υποστηριζόμενοι και από άρματα μάχης της Εθνικής Φρουράς, κάλυψαν την
απόσταση μνέχρι την είσοδο του Κιόνελι, υπό καταιγιστικά πυρά πολυβόλων
και όλμων του εχθρού. Ήταν τόσο ραγδαία η προέλαση, ώστε οι τούρκοι,
αγνοώντας ότι η ΕΛΔΥΚ προχώρησε τόσο γρήγορα συνέχιζαν τη ρίψη
αλεξιπτωτιστών. Έτσι οι Έλληνες στρατιώτες τέσσερα περίπου χιλιόμετρα
πριν από το Κιόνελι εξολόθρεψαν με εφ ͐ όπλου λόγχη δεκάδες τούρκους
αλεξιπτωτιστές οι οποίοι είχαν την ατυχία να πέσουν ανάμεσα τους.
Περιγράφει ο ανθυπολοχαγός Αντώνης Αργυρίου, ο οποίος συμμετείχε στην επίθεση:
<<
Κάναμε επίθεση κατά μέτωπον, με εφ ͐ όπλου λόγχη. Ο ηρωϊκός και
αείμνηστος λοχαγός μου, διέταξε έφοδο. Τον ακολουθήσαμε με αναρτημένες
επί των όπλων τις λόγχες και με το εμβατήριο στα χείλη. Οι τούρκοι
αλεξιπτωτιστές τρομαγμένοι μετράπησαν σε φυγή. Τότε ακριβώς ο λοχαγός
μας δέχθηκε εχθρική νσφαίρα και έπεσε βαρύτατα τραυματισμένος. Έσπευσα
να τον βοηθήσω, αλλά εκείνος με διέταξε: «Να συνεχιστεί η προέλαση !»
Και με όση δύναμη του απέμεινε, αναφώνισε: «Ζήτω η Ελλάς. Και
εξέπνευσε»....
Στο
πρώτο χιλιόμετρο πριν από το Κιόνελι, η προέλαση άρχισε να
επιβραδύνεται ώσπου ανακόπηκε τελείως, λόγω φωτιάς που κατά μίαν εκδοχή
έβαλαν οι τούρκοι για να ανακόψουν τη θυελλώδη ελληνική προέλαση. Κατά
άλλη εκδοχή η τουρκική αεροπορία είχε ρίξει βόμβες ναπάλμ.
Μπροστά
στο Κιόνελι δέσποζαν δύο αντιαρματικές τάφροι και σειρές πολυβολείων,
τα οποία έπεσαν το ένα μετά το άλλο στα χέρια των ανδρών της ΕΛΔΥΚ, η
οποία μετά την προσωρινή της καθήλωση λόγω της πυρκαγιάς, εξαπέλυσε νέα
επίθεση. Αυτήν τη φορά οι Έλληνες στρατιώτες διάβηκαν την πρώτη
αντιαρματική τάφρο, ενώ οι τολμηρότεροι εισήλθαν στα πρώτα σπίτια του
Κιόνελι, όπου οι μάχες πλέον γίνονταν σώμα με σώμα. Στα καταληφθέντα
πολυβολεία βρέθηκαν και συνελήφθησαν τούρκοι στρατιώτες, οι οποίοι είχαν
δεθεί από τους αξιωματικούς τους για να μην υποχωρήσουν. Εκεί όμως οι
ηρωϊκοί άνδρες της ΕΛΔΥΚ σταμάτησαν. Ήταν το έσχατο όριο αντοχής, αφού
πολεμούσαν επί ώρες ακάλυπτοι με την τουρκική αεροπορία να αλωνίζει.
Προβλεπόταν στα σχέδια δευτερέυουσα ενέργεια αντιπερισπασαμού με από
βορρά επίθεση εναντίον τουν τούρκων η οποία δεν έγινε. Έτσι παρόλον ότι
οι επιτιθέμενοι προωθήθηκαν έως το κέντρο του τουρκοκυπριακού θυλάκου
διατάχθηκαν να υποχωρήσουν στους χώρους εξόρμησης. Οι δυνάμεις που
διέσπασαν τις θέσεις των τούρκων με απαράμιλλη γεναιότητα φθάνοντας έως
το Κιόνελι ήταν ολιγάριθμες και ανεπαρκείς για να κρατήσουν τον
στρατηγικής σημασίας θύλακα που έμεινε στα χέρια των τούρκων.
Οι μάχες των θυλάκων
Από το πρωί της 20ης Ιουλίου
σημειώθηκαν συγκρούσεις σε όλους τους τους τουρκοκυπριακούς θύλακους
(δηλαδή στα περίκλειστα τουρκικά χωριά και τις τουρκικές συνοικίες των
πόλεων). Έτσι οι ελληνικές δυνάμεις είχαν να αντομετωπίσουν εκτός από
το προγεφύρωμα των τούρκων στο πεντέμιλι και όλους τους διάσπαρτους σε
όλη την Κύπρο τουρκοκυπριακούς θυλάκους όπου έδωσαν ηρωϊκές επιτυχείς
μάχες εναντίον των θυλάκων, Λεμεσού, Αμμοχώστου εναντίον 1.500
τουρκοκυπρίων ενόπλων, Λάρνακας εναντίον 450 τουκοκυπρίων ενόπλων,
Πάφου εναντίον 600-700 τουρκοκυπρίων ενόπλων. Η εκπορθηση τους
απορρόφησε σημαντικές δυνάμεις, οι οποίες σε άλλη περίπτωση θα ήταν
δυνατόν να διατεθούν προς εξάλειψη του προγεφυρώματος.
(Σημείωση
Ε. Μπίλλη: Παρά τον απαράμιλλο ηρωϊσμό είναι προφανές ότι για την
στρατιωτική ηγεσία της Ελλάδος (Μπονάνος) και Κύπρου (Γεωργίτσης) κάποια
μυστική συμφωνία τους εμπόδιζε να δώσουν εντολή έγκαιρης έξάλειψης του
μικρού τουρκικού προγεφυμώματος στο πέντε μιλι
Οι μάχες γενικεύονται
Οι
Ελληνικές δυνάμεις οι οποίες έφθασαν στη περιοχή Κερύνιας – πεντεμιλίου
για εξάλειψη του προγεφυρώματος ήταν ανεπαρκείς και υπέστησαν από
ενέδρα των τούρκων μεγάλες απώλειες (το 316 Τάγμα εφέδρων).
Στην οροσειρά του Πενταδακτύλου κινήθηκαν Ελληνοκυπριακές δυνάμεις καταδρομών και η 31η Μοίρα
έδρασε ηρωικά και ακαριαία και κατέλαβε με μάχες σώμα μα σώμα τα
σπουδαίας στρατηγικής σημασίας υψώματα του Κοτζακαγιά που ήταν
ενισχυμένα με δεκάδες πολυβολεία. Οι τούρκοι ήξεραν ότι ήταν σπουδαίο
να κρατήσουν ορισμένες θέσεις στον Πενταδάκτυλο για να διατηρήσουν την
επαφή ανάμεσα στο προγεφύρωμα τους και το θύλακα. Έτσι αντεπετέθηκαν . Η
31η μοίρα άντεξε, αμυνόμενη ηρωικά παρά τη συνεχή
διοχέτευση από τους τούρκους, που είχαν 100 νεκρούς και άλλων δυνάμεων.
Το επόμενο όμως πρωί (21ης Ιουλίου) η 31η μοίρα έλαβε την ακατανόητη διαταγή να εγκαταλείψει τον Κοτζακαγιά .
Η δεύτερη μέρα του πολέμου
Την
Κυριακή 21 Ιουλίου οι τούρκοι δεν διεύρηναν το το προγεφύρωμα του
Πεντεμιλίου, και απλά παρέμειναν αγκιστρωμένοι στην ακτή και συνέχιζαν
να μεταφέρουν με ελικόπτερα καταδρομείς και πυρομαχικά. Γενικά, καθόλη
τη διάρκεια της ημέρας η δραστηριότητα των Ελλαδικών και Κυπριακών
δυνάμεων υπήρξε περιορισμένη. Το απόγευμα οι εισβολείς κατάφεραν να
προωθηθούν πέραν του χώρου του αρχικού προγεφυρώματος, λίγες εκατοντάδες
μέτρα προς την κατεύθυνση της Κερύνιας. Τα σποραδικά πυρά του
πυροβολικού της Εθνικής Φρουράς ήταν μάλλον ασυντόνιστα και ανεπιτυχή.
Από Ελλαδικής πλευράς δεν εστάλησαν αεροπλάνα F-4 Phantom τα οποία και με ολιγόλεπτη ενέργεια βομβαρδισμόυ θα διέλυαν το τουρκικό προγεφύρωμα. Δεν χρειαζόταν ίσως τίποτε άλλο.
Το δεύτερο αποβατικό κύμα των τούρκων από την τουρκία και με άρματα Μ-47 και Μ-48 έφτασε το πρωί της 22ας Ιουλίου.
Και
άρχισε η προέλαση των τούρκων προς την Κερύνια αφού προηγήθηκε άγριος
βομβαρδισμός των θέσεων της εθνοφρουράς από αεροπλάνα και πολεμικά
πλοία.. έτσι με την βοήθεια των σύγχρονων αρμάτων Μ-47 και Μ-48 (που δεν
διέθετε η εθνοφρουρά) παρά την ηρωική άμυνα των 300-400 αντρών της
Κερύνιας και των λίγων καταδρομών, οι τούρκοι εισήλθαν στην Ελληνική
ιστορική πόλη της Κερύνιας, το μεσημέρι της Δευτέρας 22 Ιουλίου 1974,
όπου άρχισαν να δολοφονούν αδιακρίτως τον Ελληνικό πληθυσμό της.
Συμπέρασμα προσωπικό:
Στην
μη έγκαιρη διάλυση του τουρκικού προγεφυρώματος του πεντεμιλίου
οφείλεται η καταστροφή της Κύπρου. Παρόλον ότι δεν είμαι στρατιωτικός
νομίζω ότι αυτό θα μπορούσε έγκαιρα να είχε γίνει είτε με αεροπορική
επιδρομή είτε με καταδρομική επιδρομή από τους καταδρομείς μας που
έδειξαν αλλού άφθαστον ηρωισμό. Δεν δόθηκαν όμως οι εντολές γι αυτό από
την τότε προδοτική ηγεσία.
Για
τα αεροπλάνα που δεν έστειλε ο αρχηγός Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγός
Γρηγόριος Μπονάνος σε πιέσεις αξιωματικών να στείλει αεροσκάφη στην
Κύπρο, απάντησε το εξής τραγικό:
«Οι τούρκοι κτυπούν την Κύπρο. Εμείς είμαστε Ελλάς».
Επίσης
ο Μπονάνος εκτός του ότι απαγόρευσε την προσβολή του τουρκικού
προγεφυρώματος με ελληνικά αεροπλάνα, απαγόρευσε και την απογείωση 12
μαχητικών αεροπλάνων μας από την Κρήτη, το πρωί της 22ας Ιουλίου, την
ώρα που βρισκόταν σε εξέλιξη η επίθεση των τούρκων εναντίον της Κερύνιας.
Προφανώς
θα γλύτωνε η Κύπρος και η τουρκία θα έπερνε το μάθημα της, αν είχαν
επιτεθεί τα 12 ελληνικά αεροπλάνα εναντίον των προελαυνώντων προς την
Κερύνια τούρκων.
Ο
Μπονάνος δεν παραπέμφθηκε από τον «εθνάρχη» Καραμανλή για εσχάτη
προδοσία, ούτε και οι λοιποί (πλην Ιωαννίδη για τη δικτατορία),
Αραπάκης, κτλ.
Από
όλα τα ανωτέρω βγαίνει το συμπέρασμα ότι δεν είναι οι Έλληνες,
στρατιώτες, ναύτες και αεροπόροι που ηττήθηκαν. Αυτοί πολέμησαν με
απαράμιλλο ηρωισμό και αυταπάρνηση. Οι ανώτατοι ηγέτες τους (Μπονάνος
και Γεωργίτσης) πειθήνια όργανα των Αμερικανών και στη συνέχεια όπως θα
δούμε ο «Εθνάρχης» Καραμανλής, είναι αυτοί που προκάλεσαν την προδοτική
ήττα και την καταστροφή της Κύπρου ενός Ελληνικού νησιού με ιστορία
5.000 ετών.
Σύναψη προσωρινής ανακωχής
Το
μεσημέρι της 22ας Ιουλίου αφού οι τουρκοι είχαν στα χέρια τους την
Κερύνια συμφώνησαν σε ανακωχή. Οι τούρκοι και μετά την ανακωχή συνέχιζαν
να κτυπούν τις Ελληνικές μονάδες και να αποβιβάζουν στρατεύματα.
Μετά το πέρας του <<Αττίλα 1>> , της πρώτης φάσης της εισβολής, οι τούρκοι κατείχαν μόνο το 4% του εδάφους της Κύπρου, και στις επόμενες δύο εβδομάδες ελεύθεροι και λόγω εκεχειρίας αφέθησαν
χωρίς αντίδραση (εμποδιση με την αεροπορία και τα υποβρύχια μας των
αποβιβάσεων) από τον <<εθνάρχη>> Καραμανλή να αποβιβάσουν
40.000 άνδρες και 180 άρματα μάχης. Οπότε πλέον η Κύπρος ήταν στο έλεος
των τούρκων.
Το
μόνο που έκανε ο «εθνάρχης» ήταν να ψευτοαπειλεί τον Κίσιγκερ ότι αν
δεν επανέβαινε εκείνος στους τούρκους θα τακτοποιούσε εκείνος το ζήτημα.
Έτσι αφέθηκε στις υποσχέσεις του Κίσιγκερ και παρόλον ότι έβλεπε ότι ο
Κίσιγκερ απλά κοροίδευε και ότι οι τούρκοι συνεχώς ενίσχυαν τις
δυνάμεις τους, δεν έκανε τίποτε.
Στις
6 Αυγούστου εν μέσω εκεχειρίας επιτέθηκαν με στόχο τις κωμοπόλεις
Λάπηθο και Καραβά που απείχαν 12 χιλιόμετρα από την Κερύνια. Τις δύο
κωμοπόλεις υπεράσπιζαν δύο τάγματα της Εθνικής Φρουράς, ένας λόχος της
ΕΛΔΥΚ, και ένας λόχος του 286 Μηχονοκίνητου τάγματος.
Οι τούρκοι επιτέθηκαν με δύναμη 8.000 και 40 αρμάτων μάχης.
Ανώτερος αξιωματικός που πολέμησε εκεί, κατέθεσε:
«Η
πρώτη μας αντίδραση ήταν να καταστρέψουμς με ΠΑΟ ένα τάνκ του εχθρού. Η
γενναιότητα των στρατιωτών μας καθήλωσαν τους τούρκους επ ͐ αρκετόν.
Αναγκάσθηκαν και έριχναν στη μάχη, όλο και περισσότερες δυνάμεις ανδρών
και αρμάτων».
Ένας Κύπριος εθνοφρουρός αφηγείται:
«
Στο κεφαλόβρυσο της Λαπήθου υπολογίσαμε ότι υπήρχαν δύο τουρκικά
τάγματα, τα οποία μας επιτέθησαν. Ο διοικητής μας, μαζί μας εκεί, έδινε
στόχους στους ολμιστές και αυτοί χτυπούσανε. Οι τούρκοι, θα ήταν γύρω
στους 600 έπαθαν πανωλεθρία».
Στη
συνέχεια λόγω των τρομερά υπερτέρων τουρκικών δυνάμεων και τη μη
ενίσχυση των αμυνομένων μας από την Ελληνική αεροπορία, οι δύο
κωμοπόλεις κατελήφθησαν.
Πρώτα καταλήφθηκε η Λάπηθος και μετά ο Καραβάς.
Αυτή
τη φορά τα ελληνικά αεροπλάνα τα κράτησε ο «σώφρων» Κων/ίνος
Καραμανλής που αρκέστηκε στις «διαβεβαιώσεις» του Κίσιγκερ, ότι θα
«τακτοποιούσε» εκείνος το θέμα.
Με
τον «Αττίλα 2» οι τούρκοι αφού είχαν ενισχυθεί ανένόχλητοι κατέλαβαν
μετά τις 14 Αυγούστου 1974 το 40% της Κύπρου, εδολοφόνησαν χιλιάδες
Ελληνοκυπρίους και έκαναν πρόσφυγες άνω των 200.000 Ελληνοκυπρίων (
περίπου το 1/3 του Ελληνικού πληθυσμού).
Στα σχέδια των τούρκων ήταν και η κατάληψη όλης της εντός των μεσαιονικών τειχών πόλης της Παλαιάς Λευκωσίας.
Αντίσταση μέχρις εσχάτων στη Λευκωσία.
Στην
περιοχή της πρωτεύουσας διεξήχθησαν οι σφοδρότερες μάχες του
<<Αττίλα 2>>. Στη Λευκωσία οι οι τούρκοι δεν στάθηκαν ικανοί
να προχωρήσουν, ενώ στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ υπέστησαν σημαντικές
απώλειες.
Τη Δυτική Λευκωσία υπερασπίστηκε το 336 Τάγμα Επιστράτων με διοικητή τον Ταγματάρχη Δημήτρη Αλευρομάγειρο από το Αγρίνιο.
Η
δύναμη του Τάγματος ξεπερνούσε τους 850 άνδρες, οι οποίοι ήταν έφεδροι
από την Αμμόχωστο. Η δύναμη αυτή εκτεινόταν σε ένα μεγάλο μέτωπο
τεσσάρων χιλιομέτρων, το οποίο ξεκινούσε από την οδό Λήδρας, εκεί όπου
εντοπίζεται το εμπορικό κέντρο της Λευκωσίας, κάλυπτε το προάστιο Άγιος
Παύλος και κατέληγε στο ανατολικό άκρο του στρατοπέδου της ΕΛΔΥΚ.
Το πρωί της 14ης Αυγούστου
οι τούρκοι ξεκίνησαν την επίθεση. Χρησιμοποίησαν πληθώρα όλμων, ενώ η
αεροπορία τους σφυροκοπούσε τις ελληνικές θέσεις.
Ο
Ταγματάρχης Αλευρομάγειρος περιέτρεχε το μέτωπο του τάγματος στην πρώτη
γραμμή δίνοντας οδηγίες και εντολές για άμυνα μέχρις εσχάτων.
Μέχρι το βράδυ, οι απώλειες των τούρκων ανήλθαν σε 60 νεκρούς και πολλαπλάσιο αριθμό τραυματιών.
Την
επομένη, 15 Αυγούστου, οι αμυνόμενοι δέχθηκαν εκ νέου αλλεπάλληλες
επιθέσεις, τις οποίες απέκρουσαν δίχως να υποχωρήσουν. Στις 15.00 οι
τούρκοι προσπάθησαν να δημιουργήσοτυν ρήγμα ανάμεσα στο 336 Τάγμα και
την ΕΛΔΥΚ, επελαύνοντας με άρματα.
Το
ΓΕΕΦ (Γενικό Επιτελειο Εθνικής Φρουράς) απέστειλε προς αντιμετώπιθση
τους τρία άρματα Τ-34, τα οποία έβαλλαν κατά των τουρκικών αρμάτων με
αποτέλεσμα αυτά να υποχωρήσουν. Τα Τ-34 παρέμειναν εκεί έως τις 21.00,
ώστε να αποκλεισθεί περίπτωση νέας επίθεσης των τούρκων κατά τη διάρκεια
της ημέρας.
Η περιοχή καλυπτόταν από λόχο 100 ανδρών υπό τον Κύπριο ανθυπολοχαγό Αντώνη Καρρά.
Αυτός
ανέφερε τηλεφωνικά στον Ταγματάρχη Αλευρομάγειρο ότι τα τουρκικά Μ-48
πλησίασαν στα 200 μέτρα και κατευθύνονταν εναντίον τους, ενώ οι ίδιοι
εστερούντο αντιαρματικών.
Η
διαταγή του Ταγματάρχη ήταν λακωνική: «Μείνετε στις θέσεις σας.
Σταματείστε τα άρματα με οτιδήποτε. Με τα σώματα σας. Φτάνει να
σταματήσουν».
Ο
ανθυπολοχαγός Καρράς κλήθηκε στη συνέχεια να δώσει συντεταγμένες στο
Πυροβολικό. Η πρώτη βολή προσέβαλε και κατέστρεψε ένα από τα άρματα των
τούρκων, οι οποίοι υποχώρησαν. Το πυροβολικό της Εθνικής Φρουράς, με
τα εύστοχα πυρά του συνέβαλε να παραμείνει η Λευκωσία ελεύθερη.
Στις
16 Αυγούστου οι τούρκοι εξαπέλυσαν νέα γενική επίθεση, πιεζόμενοι από
τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, η οποία πλησίαζε. Το σχέδιο του εχθρού
προέβλεπε κατάληψη της εντός των μεσαιωνικών τειχών παλαιάς πόλης της
Λευκωσίας, του Αγίου Δομετίου και του Αγίου Παύλου.
Το
336 Τάγμα, υποστηριζόμενο από το 211 και από πυροβόλα της Εθνικής
Φρουράς, αμύνθηκε σθεναρά και με αυτοθυσία. Ακόμα και οι άνδρες των
πλέον προωθημένων φυλακίων του Αγίου Παύλου αρνήθηκαν να υποχωρήσουν.
Στο κέντρο του μετώπου αμύνθηκε ο 2ος λόχος
του 336 Τάγματος, με επικεφαλής τον Κύπριο έφεδρο ανθυπολοχαγό Χρήστο
Σολομή. Ήταν ένας τόπος ιερός γι ͐ αυτούς, αφού εκεί, εντός των
Κεντρικών Φυλακών της Λευκωσίας βρισκόταν ο χώρος που οι Κύπριοι
αποκαλούν «Φυλακισμένα Μνήματα». Εκεί είναι θαμμένοι οι ήρωες που
έπεσαν μαχόμενοι ή απαγχονίστηκαν από τους βρεττανούς αποικιοκράτες: ο
Γρηγόρης Αυξεντίου, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης, ο Μιχάλης Καραολής κ.ά.
Ο
Σολομής και οι 250 άνδρες του αμύνθηκαν σθεναρά και κράτησαν τις θέσεις
τους, διαισθανόμενοι το ιερό τους καθήκον: οι τάφοι των ηρώων δεν
έπρεπε να συληθούν από τους τούρκους.
Κύπριος
αξιωματικός άλλου τάγματος, βλέποντας τις συνεχείς και κατά κύματα
επιθέσεις των τούρκων, διέταξε τον ανθυπολοχαγό Σολομή να υποχωρήσει
λέγοντας του χαρακτηριστικά ότι εάν παρέμενε εκεί, θα οδηγούσε τον εαυτό
του και τους άνδρες του στο θάνατο. Ο Σολομής αρνήθηκε, ενω ένας
λοχίας, του αποκρίθηκε:
«Ούτε θέλουμε, ούτε έχουμε δικαίωμα να φύγουμε. Ακόμα κι αν υποχωρήσουν οι άλλοι, εμείς θα μείνουμε εδώ να γίνουμε λιώμα»
Δεξιά
του λόχου του Σολομή αμύνθηκε λόχος του 211 Τάγματος δύναμης 190
ανδρών. Ο λόχος κάλυψε την περιοχή του ξενοδοχείου «Λήδρα Παλλάς», με επικεφαλής τον Ελλαδίτη υπολοχαγό Νίκο Λιγουδιστιανό. Οι τούρκοι επετίθεντο συνεχώς, ενώ οι όλμοι τους είχαν μετατρέψει τη γύρω περιοχή σε ερείπια.
Δύο
αξιωματικοί των κυανοκράνων του ΟΗΕ προέτρεψαν τον Λιγουδιστιανό να
υποχωρήσει τονίζοντας του την αριθμητική και μη συκγρίσιμη υπεροχή των
τούρκων. Εκείνος αρνήθηκε.
Οι
συγκρούσεις μέσα στα σοκάκια της παλαιάς Λευκωσίας εξελίχθηκαν σε
αιματηρές οδομαχίες, στις οποίες οι αντίπαλοι απείχαν ματαξύ τους ακόμη
και 15 μόνον μέτρα. Όπως έγραψε χαρακτηριστικά ο συγγραφέας Σπύρος
Παπαγεωργίου,
«
το 336 Τάγμα Πεζικού αγωνίστηκε όσο πού λίγες μονάδες, η δε ζώνη
ευθύνης του υπήρξε η μόνη περιοχή της Κύπρου στην οποία οι τούρκοι δεν
ηδυνήθησα να εκτελέσουν τα σχέδια τους.»
Τούτο
επετεύχθη κατά μέγα μέρος χάρη στον Διοιηκητή του Τάγματος Δημήτριο
Αλευρομάγειρο. Αυτός με την αποφασιστική του στάση κατά τις ώρες του
θανάσιμου κινδύνου, ενέπνευσε στους αξιωματικούς και τους οπλίτες του
τόση πίστη και θάρρος, ώστε μείνουν μαζί του και να αγωνιστούν μέχρι
θανάτου.
Πάντως ο Ταγματάρχης είχε υπό τις διαταγές του εκλεκτό έμψυχο υλικό.
Το
336 Τάγμα υπέστη μεγάλες απώλειες, προκειμένου να διατηρήσει ελεύθερη
την πρωτεύουσα. Οι συντηρητικότερες εκτιμήσεις έκαναν λόγο για 16-25
νεκρούς. Ο συγγραφέας Σπύρος Ππαγεωργίου ανέφερε 60 νεκρούς,
συμπεριλαμβάνοντας και τους ανοούμενους.
Η επική μάχη της ΕΛΔΥΚ
Τις
παραμονές του Αττίλα-2 το μεγαλύτερο μέρος της ΕΛΔΥΚ βρέθηκε σε χώρους
διασποράς του στρατοπέδου και πολύ κοντά σε αυτό. Στις 13 Αυγούστου
συμπτύχθηκε προς το χωριό Λακατάμια. Στο στρατόπεδο παρέμειναν τρείς,
κατ ͐ άλλους δύο, λόχοι, υπό τον Αντισυνταγματάρχη Παναγιώτη
Σταυρουλόπουλο.
Η
πρώτη τουρκική επίθεση, εκδηλώθηκε στις 14 Αυγούστου, αργά το πρωί,
αφού προηγήθηκς προσβολή του στρατοπέδου από την αεροπορία και το
πυροβολικό. Προπορεύονταν τα άρματα και σε πυκνούς σχηματισμούς
ακολουθούσε η ΤΟΥΔΥΚ , ενισχυμένη με 700 επιπλέον άνδρες. Μέχρι το
απόγευμα οι τούρκοι είχαν διενεργήσει τρείς επιθέσεις, αλλά προσέκρουσα
στη σθεναρή αντίσταση της ΕΛΔΥΚ, οι μαχητές της οποίας αγνοούσαν ότι στο
άλλο άκρο της Λευκωσίας, στη Μια Μηλιά, η άμυνα είχε καταρρεύσει.
Την
επομένη, 15 Αυγούστου, επαναλήφθηκε το ίδιο σκηνικό. Παρότι ο
Αντισυνταγμάρχης Παναγιώτης Σταυρουλόπουλος ζήτησε ενισχύσεις, έλαβε
μόνο τρία τεθωρακισμένα οχήματα Marmon – Herrington, τα οποία θα ήταν εύκολη λεία για τα Μ-48 των τουρκων.
Παρόλα
αυτά, οι νέες τουρκικές επιθέσεις αντιμετωσθηκαν με επιτυχία. Μπροστά
από τις θέσεις άμυνας των ανδρών της ΕΛΔΥΚ, έπεσαν δεκάδες τούρκοι
στρατιώτες, μερικοί δε έφθασαν στα ακραία συρματοπλέγματα του
στρατοπέδου, επάνω στα οποία φονεύθηκαν.
Μία από τις πιο γλαφυρές καταθέσεις ήταν αυτή του Διονύση Πλέσσα:
<<Στις
15 Αυγούστου, πήγε σχεδόν μεσημέρι και οι τούρκοι δεν μας ενόχλησαν.
Κατά τις 11.00 άρχισε η επίθεση τους, πιο οργανωμένη από τις άλλες.
Ανάμεσα στα άρματα εκινείτο το πεζικό και προπερευόταν ένας
αξιωματικός, ο οποίος έδιδε τα παραγγέλματα με μία σφυρίχτρα. Σφύριζε,
ξεκινούσανε. Ξανασφύριζε σταματούσανε. Μας έκανε εντύπωση ότι επετιθεντο
αφύλακτοι, γι αυτό και είχαν φοβερές απώλειες. . Εφθασαν πολύ κοντά μας
και εμείς είχαμε διαταγή από τον λοχαγό Σταυριανάκο να τους αφήσοτμε να
πλησιάσουν και μετά να κτυπήσουμε. Είχαμε και κάποια κάλυψη από το
Πυροβολικό, υπήρχε ένας Κύπριος ανθυπολοχαγός, ο Κίτρου, που έκανε
υπεράνθρωπες προσπάθειες να μας υποστηρίξει. Έπεσε λοιπόν ένα βλήμα του
Πυροβολικού ακριβώς μέσα στην μπούκα του προπορευόμενου άρματος, που
σταμάτησε. Όσοι ήταν μέσα σκοτώθηκαν. Τα υπόλοιπα τρία ανέστρεψαν και
οπισθοχώρησαν. Οι τούρκοι δεν ήταν προετοιμασμένοι για οποισθοχώρηση
και τα έχασαν>>.
Τότε ακούσαμε τον Λοχαγό Σταυριανάκο μέσα από το όρυγμα του, που φώναξε:
- Ρε ! Είσαστε άντρες;
- Ναί ! απαντήσαμε όλοι μαζί.
Και διέταξε έφοδο.
Εμείς
ήμασταν 33 άτομα. Βάλαμε ξιφολόγχη, βγήκαμε έξω και τους κυνηγήσαμε σε
μία ευθεία. Κάποιοι από τους τούρκους πέρασαν τον δρόμο και διέφυγαν. Οι
περισσότεροι, περίπου 100, κρύφτηκαν πίσω από ένα υδραγωγείο. Έβγαζαν
το κεφάλι τους σιγά σιγα και προσπαθούσαν να διασχίσουν τον δρόμο.
Όποιοι πέρασαν, γλίτωσαν. Κάποια στιγμή επεχείρησαν να βγουν όλοι μαζί.
Στήσαμε τα πολυβόλα και τους θερίσαμε. Ανέβηκε το ηθικό μας. Μας
συγκίνησε ότι αυτό έτυχε την ημέρα της Παναγίας.
Αφόρητη πίεση
Στις
16 Αυγούστου η εχθρική πίεση κατέστη πλέον αφόρητη. Τους ηρωικούς
άνδρες της ΕΛΔΥΚ προσέβαλαν αεροσκάφη, πυροβόλα, όλμοι. Μέσα στο
στρατόπεδο τα πάντα μεταβλήθηκαν σε σωρούς εειπίων.
Στις
11.00, οι τούρκοι προσέγγισαν επικίνδυνα τις θέσεις των αμυνομένων,
παρά τις μεγάλες τους απώλειες. Τότε, και ενώ τα άρματα των τούρκων
απείχαν λίγα μόλις μέτρα, έπεσε ηρωικά ο Μανιάτης λοχαγός Σωτήρης
Σταυριανάκος.
Σύμφωνα
με μαρτυρίες ανδρών του, ο λοχαγός Σταυριανάκος, μόνος εξήλθε από το
όρυγμα του για να αντιμετωπίσει το προπορευόμενο άρμα μάχης. Προφανώς
υπολόγισε ότι αναχαιτίζοντας το εχθρικό άρμα, θα ανέκοπτε την τουρκική
επίθεση. Υπήρχε και το προηγούμενο, μία ημέρα πριν, όταν καταστράφηκε
προπορευόμενο άρμα από βολή πυροβόλου και οι τούρκοι οπισθοχώρησαν.
Ομως πριν προλάβει να υλοποιήσει το σχέδιο του, ο ηρωικός λοχαγός
φονεύθηκε από τα πυρά του άρματος.
Στις
11.30 διερράγη το αριστερό τμήμα της αμυντικής διάταξης. Οι άνδρες της
ΕΛΔΥΚ προσβάλλονταν τώρα από τρείς διαφορετικές κατευθύνσεις,
κινδυνεύοντας με περικύκλωση και εγκλωβισμό.
Η
κατάσταση ήταν απελπιστική και οι τούρκοι εισέρχονταν πλέον εντός του
στρατοπέδου, όταν ο Αντισυνταγματάρχης Σταυρουλόπουλος διέταξε
υποχώρηση.
Να πώς περιέγραψε τις δραματικές σκηνές ο λοχίας Πλέσσας:
«
Για να γίνει η οπισθοχώρηση σωστά, έπρεπε να φύγουν οι πρώτοι από τη
μέση, να κρατάμε οι υπόλοιποι από μια πλάγια και σιγά σιγά, ένας ένας,
να φεύγουμε, μέχρι να να φύγουν και οι τελευταίοι.
Διέταξα
οπισθοχώρηση , αλλά δεν έφευγε κανείς. Είχαμε συνδεθεί μεταξύ μας. Και
ήξεραν οι μεσαίοι που έπρεπε να φύγουν πρώτοι, ότι οι τελευταίοι θα
σκοτωθούν. Φώναξα, έβρισα. Δεν έφευγαν. Κάποια στιγμή κάποιος ξεκίνησε.
Οι περισσότεροι από εμάς φονεύθηκαν κατά την υποχώρηση...... Φεύγοντας,
είδα τον λοχαγό Σταυριανάκο σκοτωμένο. Όρθιο μέσα στο όρυγμα είδα τον
Δημήτρη Λούρμπα» (σ.σ. : ο Δεκανέας Δημήτρης Λούρμπας είναι αγνοούμενος).
- Δημήτρη, δεν υπάρχει άλλος, είμαι ο τελευταίος, φεύγουμε.
- Δεν φεύγω μου απάντησε.
Είχε
μαζέψει 3-4 όπλα που παρατήθηκαν από νεκρούς ή τραυματίες και τα
τοποθετούσε γύρω από το όρυγμα. Στεκόταν όρθιος και πυροβολούσε, πότε με
το ένα και πότε με το άλλο... Δύο άλλα ορύγματα ήταν γεμάτα τραυματίες.
Προχώρησα με πυρ και κίνηση, ενω οι τούρκοι γάζωναν τα πάντα. Είχαν
εισέλθει εντός του στρατοπέδου και οι μάχες γίνονταν σώμα με σώμα.
Δεκάδες
άνδρες της ΕΛΔΥΚ φονεύθηκαν, καθώς υποχωρούσαν προς το ύψωμα
«Γρηγορίου» νοτιανατολικά του στρατοπέδου. Αλλοι παρέμειναν στα ορύγματα
τους αρνούμενοι να τα εγκαταλείψουν. Την απαγκίστρωση των τελευταίων
ανδρών κάλυψε ο Ανθυπασπιστής Κώστας Κέντρας και λίγοι στρατιώτες οι
οποίοι έταξαν τα διαθέσιμα πολυβόλα και έβαλλαν κατά των τούρκων.
Αγνοούνται ως σήμερα. Κατά την υποχώρηση φονεύθηκε και ο λοχαγός
Βασίλης Σταμπουλής.
Από
τις 13.30 και για τουλάχιστον δύο ώρες διήρκεσαν οι μάχες μέσα στο
στρατόπεδο, ακόμα και σώμα με σώμα. Αρκετοί παρέμειναν εκεί και έδωσαν
την τελευταία μάχη, είτε γιατί τραυματίστηκαν είτε γιατί δεν θέλησαν να
υποχωρήσουν.
Εντός
του στρατοπέδου οι εισβολείς επιδόθηκαν σε απερίγραπτες ωμότητες. Όπως
αποδείχθηκε από φωτογραφία που περιήλθε στα χέρια ξένου πολεμικού
ανταποκριτή, οι τούρκοι αποκεφάλισαν δέκα σορούς νεκρών της ΕΛΔΥΚ και
τοποθέτησαν τα κεφάλια στο οδόστρωμα, στην είσοδο του στρατοπέδου, όπου
έσπευδαν ο ένας μετά τον άλλο, να φωτογραφηθούν. Στο ίδιο σημείο άφησαν
εκτεθειμένα επί ημέρες άλλα πτώματα, αφού πρώτα τα έγδυσαν.
Οι
τουρκικές απώλειες κατά την επιχείρηση κατάληψης του στρατοπέδου
υπήρξαν τόσο μεγάλες, ώστε ο διοικητής της ΤΟΥΡΔΥΚ συνταγματάρχης
Κοτίκογλου αντικαταστάθηκε.
Βαρύτατος
όμως υπήρξε και ο φόρος αίματος της ΕΛΔΥΚ, με απώλειες που υπερέβησαν
κατά πολύ αυτές όλων των προηγούμενων ημερών. Οι νεκροί και αγνοούμενοι
ανήλθαν στους 83, από τους οποίους 3 αξιωματικοί και 80 οπλίτες.
Ενώ
στην Κύπρο χάνονταν Ελλαδίτες στρατιώτες εκπληρώνοντας στον υπέρτατο
βαθμό τις συνταγματικές τους υποχρεώσεις, εγκαταλειμένοι πλην μαχόμενοι
πλάι στους Κύπριους αδελφούς τους, στην Αθήνα κυριάρχησε η ίδια απάθεια
και αναποφασιστικότητα, όπως στο Αττίλα-1.
Οι τελευταίες επιχειρήσεις
Σκηνές
απαράμιλλου ηρωισμού διαδραματίστηκαν και στο χωριό Πυρόι, το οποίο
υπέράσπιζε η 31 Μοίρα Καταδρομών ενισχυμένη με μικρό αριθμό αρμάτων Τ-34
και τεθωρακισμένων BTR-152.
Ιδού πώς περιέγραψε τη μάχη Κύπριος ανθυπολοχαγός των καταδρομών:
«Είχαν
ένα ενισχυμένο τάγμα οι τούρκοι και εμείς, κάπου 30 λοκατζήδες,
οχυρωθήκαμε μέσα στο χωριό. Αποφασίσαμε να υπερασπιστούμε το Πυρόι και
κρατήσαμε τους τούρκους με τα δόντια θέλοντας να πολεμήσουμε όλοι μέχρι
την τελευταία σφαίρα. Η κόλαση του πυρός δεν μπορεί να περιγραφεί. Μας
έβαλλαν με πολυβόλα, βαρέα, όλμους, πυροβόλα. Τους κρατήσαμε για επτά
ώρες και υποχωρήσαμε μόνον όταν μας είπαν ότι μας κύκλωσαν τα εχθρικά
άρματα. Ενα έχω να πώ: επιφέραμε μεγάλες απώλειες στον εχθρό μόνον εμείς
με αντίπαλο το τουρκικό ασκλερ, που αποδεκατίστηκε...»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου