Σάββατο 22 Δεκεμβρίου 2012
Μαρία Μπέκετ>Μια ξεχωριστή Ελληνίδα ανάμεσα στα ιδρυτικά μέλη του "Κύκλου της Πάτμου"
Παρίσι, Ξενοδοχείο Ritz, χειμώνας 1968. Μία καλοντυμένη κυρία, Ελληνίδα, γύρω στα 40, φορώντας την ακριβή γούνα της εξαιτίας του τσουχτερού κρύου, περνάει την πόρτα και κατευθύνεται προς το café. Η ματιά της πέφτει τυχαία πάνω σε ένα πάκο από διαβατήρια αφημένα στη ρεσεψιόν. Χωρίς δεύτερη σκέψη, με μια αστραπιαία κίνηση, και χωρίς να την αντιληφθεί ο υπάλληλος που μιλάει στο τηλέφωνο, τα παίρνει και τα χώνει βαθειά στην τσάντα της. Κάνει μεταβολή και φεύγει. Με αυτά τα πλαστά διαβατήρια κατόρθωσαν και βγήκαν παράνομα από την Ελλάδα, λίγους μήνες αργότερα, πολλοί αντιστασιακοί που είχαν βασανιστεί και κινδύνευε η ζωή τους από τη χούντα. Το φθινόπωρο του 1968 τα θύματα των βασανιστηρίων κατέθεσαν εναντίον των συνταγματαρχών με αποτέλεσμα να εκδιωχθεί η Ελλάδα από το Συμβούλιο της Ευρώπης.
Το όνομα της γυναίκας ήταν Μαρία Μπέκετ και η πολυεπίπεδη δράση της στην διάρκεια της δικτατορίας δεν έγινε ποτέ γνωστή. Μέχρι που πέθανε, πριν από λίγες ημέρες, στα 81 της χρόνια, από καρκίνο, αρνιόταν πεισματικά να μιλήσει δημόσια για το εαυτό της. Για την πολυτάραχη ζωή της και για όσα είχε προσφέρει στη δημόσια σφαίρα. Αυτά τα γνώριζαν μόνο οι φίλοι της.
Όπως έγραψε ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος στην Καθημερινή της Κυριακής «Η Μαρία Μπέκετ (το γένος Χάρη) ανήκε σε ένα είδος ανθρώπων το οποίο, στην Ελλάδα, τείνει να εκλείψει: των αστών που παίρνουν μεγάλο ρίσκο για να υπηρετήσουν ευγενείς σκοπούς, χωρίς να προσδοκούν προσωπικά οφέλη.»
Για αυτό δεν είναι παράξενο ότι τα περισσότερα πράγματα γράφονται για τη Μαρία Μπέκετ μετά θάνατον. Για να τιμήσουν μία σημαντική Ελληνίδα
Όπως έγραψε ο Άγγλος ιστορικός και συγγραφέας Neal Ascherson: «Ήταν πραγματικά δύσκολο να πιστέψεις ότι αυτή η γυναίκα με την αριστοκρατική φυσιογνωμία είχε το σημάδι χειροβομβίδας στο πόδι από εκπαίδευση στις μεθόδους ανταρτοπόλεμου στη Συρία.» Προσωπική φίλη του Γιασέρ Αραφάτ τον είχε πείσει να εκπαιδεύσει τους Έλληνες κατά την διάρκεια της χούντας. Η Μαρία Μπέκετ ήταν στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1974 όταν έγινε η εισβολή και με παλαιστινιακή βοήθεια έστησε τον ραδιοφωνικό σταθμό από τον οποίο εξέπεμψε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος το ιστορικό μήνυμα του. Τι μεγαλύτερο ρίσκο για μία μητέρα από το να εγκαταλείψει τις δύο ανήλικες κόρες της μόνες τους, τη Σάντρα και τη Δάφνη, στο ξενοδοχείο, ενώ η Λευκωσία βρισκόταν σε κατάσταση πολέμου; «Μα είχα εμπιστοσύνη ότι θα τα καταφέρνανε» μου απάντησε αφοπλιστικά όταν κάποτε τη ρώτησα εάν ανησυχούσε…
Η Μαρία Μπέκετ ήταν αντισυμβατική. Με τη δημοκρατία να επιστρέφει στην Ελλάδα, αρνήθηκε πρόταση του Κωνσταντίνου Καραμανλή να αναλάβει πρέσβης στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αντίθετα χρησιμοποίησε τις επαφές της από την εκστρατεία εναντίον της χούντας για να βοηθήσει τους Τούρκους διαφωνούντες με την κυβέρνηση. (Αν θυμάμαι μάλιστα καλά πήγε η ίδια την ίδια περίπου περίοδο καλεσμένη σε επίσημο δείπνο στην αμερικάνικη πρεσβεία φορώντας παραδοσιακή παλαιστινιακή ενδυμασία.)
Η Μαρία Μπέκετ ήταν πάνω από όλα κοσμοπολίτισσα. Τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής της έβαλε όλη την ενέργεια της και όλη της την περιουσία (ένα από τα τελευταία σπίτια που πούλησε ήταν η μονοκατοικία όπου στεγαζόταν το παλιό μπαρ «τα Παπάκια» στα Ιλίσια) για να οργανώσει συμπόσια για το περιβάλλον σε όλον τον κόσμο: στη Μαύρη Θάλασσα, τον Δούναβη, την Αδριατική, την Βαλτική, τον Αμαζόνιο, την Γροιλανδία και τον Μισσισσιππή υπό την αιγίδα του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Μέσα από τις δικές της προσπάθειες είναι που ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος έλαβε τον τίτλο του «Πράσινου Πατριάρχη». (Ούτε για αυτό το θέμα έδωσε ποτέ καμία συνέντευξη.) Η οικογένεια της μητέρας της ήταν η γνωστή οικογένεια Τζελέπη (βλέπε ακτή Τζελέπη) με στενές ιστορικές σχέσεις με το Πατριαρχείο και τη θυμάμαι να αγωνιά για την ενίσχυση της θέσης του Πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη. Πίστευε ότι εάν ενωνόταν η ορθοδοξία θα μπορούσε να αφήσει ένα θετικό αποτύπωμα στο περιβάλλον επηρεάζοντας τις ζωές των εκατομμυρίων πιστών. Για αυτό τον σκοπό ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο – παρά την σκολίωση που την ταλαιπωρούσε τα τελευταία χρόνια – και επιστράτευσε σημαντικές προσωπικότητες, όπως τον πρώην αντιπρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Al Gore και τον Πρίγκιπα Φίλιππο της Αγγλίας. Όπως γράφει ο Στέφανος Μάνος και νομίζω ότι την χαρακτηρίζει απόλυτα: «Ήταν απίστευτα καταφερτζού για την Ελλάδα. Γνώριζε τους πάντες ή και εάν δεν τους γνώριζε φρόντιζε να τους μάθει, εάν τους χρειαζόταν. Προέδρους, πρωθυπουργούς, κανένας δεν τις ξέφευγε.»
Προσωπικά είχα την τύχη να την γνωρίσω στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 στο σπίτι της στο Λονδίνο, πίσω από το Harrods. Η Μαρία Μπέκετ ήταν η τέλεια οικοδέσποινα. Πάντα θυμόταν τις προτιμήσεις των καλεσμένων της (και πάντα είχε αμυγδαλωτά από τον Βόσπορο, για να κεράσει με τον καφέ, από το τελευταίο ελληνικό ζαχαροπλαστείο που είχε απομείνει στην περιοχή Bebek.) Στο σαλόνι της μαζευόταν τότε η ελίτ της ακαδημαϊκής και της θρησκευτικής κοινότητας. Είχε, φυσικά, φροντίσει να γίνει προσωπική φίλη με τον Επίσκοπο του Λονδίνου!
Η Μαρία Μπέκετ γεννήθηκε ευκατάστατη και πέθανε σε ένα ισόγειο διαμέρισμα θυρωρού στο Κολωνάκι για να είναι κοντά στην κόρη της Δάφνη και στην εγγονή της Σοφία. Οι φίλοι της πιστεύουμε ότι πέθανε από τη στενοχώρια της. Στο πλαίσιο της έρευνας για τη χρηματοδότηση των ΜΚΟ η Μαρία Μπέκετ – η οποία αφιέρωσε όλη τη ζωή της για το γενικότερο καλό αλλάζοντας τις ζωές πολλών ανθρώπων– κατηγορήθηκε για κακοδιαχείριση δημοσίου χρήματος σε σχέση με τα περιβαλλοντικά συμπόσια. Αυτή είναι μία μάχη στη ζωή της που δεν θέλησε να δώσει. Ποτέ στην ζωή της άλλωστε δεν θέλησε να αποδείξει τίποτα, δημόσια.
Κατερίνα Μπακογιάννη
Μια μεγάλη Ελληνίδα
Χτυπημένη ξαφνικά από την επάρατο νόσο, πέθανε προ ημερών στην Αθήνα η Μαρία Μπέκετ, ακτιβίστρια των δικαιωμάτων του ανθρώπου και διοργανώτρια συμποσίων για την προστασία του περιβάλλοντος, που πραγματοποιήθηκαν εν πλω, υπό την αιγίδα του Οικουμενικού Πατριάρχη, στην Αδριατική, στην Αρκτική, στο Αιγαίο, στον Αμαζόνιο, τον Μισισιπή και αλλού.
Η Μαρία Μπέκετ (το γένος Χάρη) ανήκε σε ένα είδος ανθρώπων το οποίο, στην Ελλάδα τείνει να εκλείψει: των αστών που παίρνουν μεγάλο ρίσκο για να υπηρετήσουν ευγενείς σκοπούς, χωρίς να προσδοκούν προσωπικά οφέλη. Γεννημένη το 1931, μεγάλωσε σε μεσοαστικό περιβάλλον στην Αθήνα και σπούδασε ιστορία και πολιτικές επιστήμες, χωρίς όμως να πολυπιστεύει στις «συμβάσεις» της ακαδημαϊκής ζωής. Εζησε την Κατοχή και τον Εμφύλιο με απανωτά οικογενειακά δράματα. Οπως η ίδια διηγούνταν, η στράτευσή της στον αγώνα για τα δικαιώματα των αδικημένων και των αδυνάτων οφειλόταν σε ένα μάλλον τυχαίο γεγονός: τη γνωριμία της, το 1948, με τον Φόλκε Μπερναντότ, τον μεσολαβητή του ΟΗΕ στην πρώτη αραβοϊσραηλινή διένεξη, τον οποίο δολοφόνησε αργότερα στην Ιερουσαλήμ τρομοκρατική σιωνιστική οργάνωση. Ο Σουηδός διπλωμάτης, που είχε αγωνιστεί κατά τη διάρκεια του πολέμου για την απελευθέρωση χιλιάδων εγκλείστων Εβραίων, είχε εγκατασταθεί στη Ρόδο για τις ανάγκες της αποστολής του. Εκεί, όπως φαίνεται, μετέδωσε στη νεαρή Ελληνίδα συνομιλήτριά του τον κοσμοπολιτισμό που έκτοτε τη διέκρινε, το πάθος για την αλήθεια και την πεποίθηση πως, για να χαρεί κανείς τη ζωή, πρέπει να παίρνει ρίσκο και να αγωνίζεται.
Η επιβολή της δικτατορίας βρήκε τη Μαρία στη Γενεύη. Παντρεμένη με τον Αμερικανό δημοσιογράφο Τζέιμς Μπέκετ, ήταν εγκατεστημένη εκεί με τις δύο κόρες που είχε αποκτήσει μαζί του. Γι’ αυτήν, η χούντα ήταν ο ορισμός της αδικίας και της χυδαιότητας. Χάρη σε επαφές με Νορβηγούς και Σουηδούς πολιτικούς, βρέθηκε πολύ γρήγορα στο επίκεντρο της προσφυγής που άσκησαν στο Συμβούλιο της Ευρώπης οι σκανδιναβικές χώρες και η Ολλανδία. Με παράνομα ταξίδια στην Ελλάδα, χρήση πλαστών διαβατηρίων και άλλες ριψοκίνδυνες μεθόδους, κατόρθωσε να εξασφαλίσει την αυτοπρόσωπη παρουσία στο Στρασβούργο, το φθινόπωρο του 1968, πολλών θυμάτων βασανιστηρίων από την Ελλάδα (μεταξύ άλλων, αν δεν κάνω λάθος, του Περικλή Κοροβέση, της Νατάσας Τσίρκα και της Κίττυς Αρσένη). Κορυφαία στιγμή της δράσης της εκείνη την εποχή ήταν η «απαγωγή» υπό τζεϊμσμποντικές συνθήκες δύο μαρτύρων του στρατιωτικού καθεστώτος, οι οποίοι κατέθεσαν εναντίον της δικτατορίας.
Η δράση της Μαρίας Μπέκετ εκείνα τα δύσκολα πρώτα χρόνια μετά την επιβολή της δικτατορίας είχε τεράστια σημασία. Διότι συνέτεινε στην απομόνωση του καθεστώτος. Σε τούτο συνέβαλαν πολλοί ακόμη Ελληνες και φίλοι της Ελλάδας θυσιάζοντας επαγγελματικές υποχρεώσεις και οικογενειακή ηρεμία, για να τεθούν οι κυβερνώντες προ του διλήμματος: είναι δυνατόν, για λόγους real politik, να ανεχθούν την αναβίωση του φασισμού στη Δυτική Ευρώπη, ούτε 25 χρόνια μετά τη συντριβή του στον πόλεμο;
Τον Ιούλιο του 1974, εξάλλου, χάρη στις στενές επαφές της με τον Γιασέρ Αραφάτ και τις οργανώσεις της παλαιστινιακής αντίστασης, έστησε τον σταθμό Radio Free Cyprus στη Βηρυτό, αμέσως μετά το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου. Προσωπική φίλη του αρχιεπισκόπου και του Βάσου Λυσσαρίδη, μετείχε έκτοτε ενεργά στις προσπάθειες για την περίθαλψη των θυμάτων της τουρκικής εισβολής και την επίλυση του Κυπριακού.
Η Μαρία Μπέκετ δεν διαφήμιζε τον εαυτό της. Μόνο λίγοι φίλοι της στο εξωτερικό γνωρίζουν την πολυσχιδή δράση της. Ακόμη λιγότεροι στην Ελλάδα. Δεν θέλησε ποτέ να προβάλει τον εαυτό της. Η στάση της αυτή τής κόστισε, αφού η Ελλάδα όχι μόνο δεν την τίμησε όπως άξιζε, αλλά της επιφύλαξε για το τέλος την οδυνηρότερη έκπληξη της ζωής της.
Στο πλαίσιο της γνωστής έρευνας για τη χρηματοδότηση ΜΚΟ από το υπουργείο Εξωτερικών, βρέθηκε, λίγο πριν πεθάνει, κατηγορούμενη για σύσταση εγκληματικής συμμορίας! Και τούτο, λόγω της ανικανότητας των διωκτικών αρχών να διακρίνουν ανάμεσα στην απάτη και το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και την αδυναμία μιας ηλικιωμένης γυναίκας να τηρεί σωστά τα λογιστικά της βιβλία. Ηταν το ευχαριστώ της πατρίδας για όσα η Μαρία Μπέκετ τής προσέφερε.
Το 40ήμερο μνημόσυνο από τον θάνατο της Μαρίας Μπέκετ θα γίνει στον Αγιο Νικόλαο Ραγκαβά στην Πλάκα, το Σάββατο 8 Δεκεμβρίου και ώρα 15.00.
Ταπεινά, Νίκος Αλιβιζάτος
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου