Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2008
Αναρχικοί, αντιεξουσιαστες κλπ
Εξουσία αντιεξουσιαστών
Δύο καταφύγια χρησιμοποιούν οι αναρχικοί, οι αντιεξουσιαστές και οι λοιπές «δημοκρατικές» δυνάμεις για να καίνε, καταστρέφουν, ληστεύουν και παραλύουν την ομαλή λειτουργία της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης: το πανεπιστημιακό άσυλο και την κουκουλοφορία. Για το πρώτο γράφονται κάθε τόσο πολλά, αλλά ουδείς έχει την αρετή και την τόλμη να το καταργήσει ως άντρον κάθε είδους εγκλημάτων. Με την αντιμετώπιση της κουκουλοφορίας ουδείς ασχολείται. Και όμως, χάρη σε αυτήν εξασφαλίζεται το ακαταδίωκτο των «παιδιών» που καίνε, σπάνε,
κλέβουν, καταστρέφουν, πυρπολούν. Αν κάποιοι συλληφθούν και παραπεμφθούν στο δικαστήριο ισχυρίζονται ότι απλώς ήταν περαστικοί, οι δε αστυνομικοί δεν μπορούν να τους αναγνωρίσουν αφού φορούσαν κουκούλα. Βλέπετε στις δημοκρατίες, για να καταδικαστεί κάποιος, πρέπει να υπάρχουν αποδείξεις και όχι ενδείξεις. Ακριβώς γι΄ αυτό οι κουκουλοφόροι είναι άγνωστο είδος στις δικτατορίες, ουδέποτε έδρασαν επί Επταετίας και δραστηριοποιούνται μόνο εκ του «ασφαλούς», υπό καθεστώς δημοκρατίας, την οποία χλευάζουν και υπονομεύουν για
να επιβάλουν τελικά τη δική τους δικτατορία.
Ετσι το φαινόμενο έχει βαθμιαία εδραιωθεί ως μία υπερεξουσία που, άριστα οργανωμένη, δρα μεθοδευμένα στα μεγάλα αστικά κέντρα και εσχάτως και στο εξωτερικό (επίθεση με αβγά κατά Αλογοσκούφη). Με έδρα το κράτος Εξαρχείων και παράρτημα το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με το φιλόξενο άσυλό του έφθασαν να λιθοβολούν και να καίνε αυτοκίνητα έξω από τα γραφεία του ΠαΣοΚ με αποκορύφωμα την επίθεση κατά του Συμβουλίου της Επικρατείας, για να υπογραμμίσουν ότι είναι υπεράνω των συντεταγμένων εξουσιών και νόμων και κάνουν ό,τι θέλουν,
ατιμωρητί. Φυσικά, παρόντες ήταν και στην πορεία για το Πολυτεχνείο, μολονότι η βροχή χάλασε κάπως την κατάσταση. Η αντιεξουσιαστική επανάσταση θέλει και τις ανέσεις της, όπως και τις αργίες της. Ποτέ τα Σαββατοκύριακα.
Κυρίαρχο παραμένει επί χρόνια το ερώτημα: Γιατί η Αστυνομία δεν συλλαμβάνει τους κουκουλοφόρους, που δρουν ανενόχλητα και αντιμετωπίζονται μόνο με ρίψη δακρυγόνων αλλά ποτέ με περικύκλωση για τη σύλληψή τους;
Από πλευράς Αστυνομίας καταγγέλλονται για υποκρισία οι κατήγοροί τους: «Οταν- λένε- προβαίνουμε σε συλλήψεις,εμφανίζονται αυτόκλητοι υποστηρικτές των βανδάλων και ζητούν την απελευθέρωσή τους, ενώ όταν η αντίδραση της Αστυνομίας είναι σταθερή και με μέτρο, μας κατηγορούν γιατί δεν προβαίνουμε σε συλλήψεις. Τελικά θα πρέπει να μας πουν τι ακριβώς θέλουν όλοι αυτοί που ανέχονται στις πορείες τους τους κουκουλοφόρους βανδάλους και τους παρακολουθούν απαθείς να καταστρέφουν».
Το ότι δικαίως καταγγέλλεται από τους αστυνομικούς αυτή η απύθμενη υποκρισία, που συγκαλύπτεται με τον βολικό ισχυρισμό ότι οι συλλαμβανόμενοι δεν είναι κουκουλοφόροι αλλά φοιτητές, είναι αναμφισβήτητο. Ο εύλογος αντίλογος των καλόπιστων επικριτών της Αστυνομίας είναι ότι οφείλει να εκτελεί το καθήκον της και να εφαρμόζει τον νόμο κατά των παρανομούντων, ανεξάρτητα από το αν υβρίζονται οι άνδρες της ως «μπάτσοι- γουρούνια - δολοφόνοι».
Το πρόβλημα είναι ότι η κοινωνία μας έχει διαπαιδαγωγηθεί να θεωρεί την Αστυνομία ως εχθρό και να ανέχεται- αν δεν συμπαρίσταται- εκείνους που σπάνε και καίνε ή ακόμη και σκοτώνουν. Οι τρομοκράτες δολοφόνοι είχαν ευρεία κοινωνική στήριξη ή ανοχή που ενθουσιωδώς καταδίκασε σε ηθική και επαγγελματική εξόντωση τον αστυνομικό ο οποίος, προσπαθώντας να αποφύγει την πυρπόλησή του από τον νεαρό κουκουλοφόρο Καλτεζά, τον πυροβόλησε θανάσιμα. Δεκάδες είναι άλλωστε οι αστυνομικοί που δολοφονήθηκαν ή έμειναν ανάπηροι στη μάχη κατά
των τρομοκρατών. Ενώ επί δεκαετίες προσέρχονται ως μάρτυρες υπεράσπισης τρομοκρατών γνωστοί δήθεν προοδευτικοί.
Αλλά θα χρειασθεί να συνεχίσω.
Δύο καταφύγια χρησιμοποιούν οι αναρχικοί, οι αντιεξουσιαστές και οι λοιπές «δημοκρατικές» δυνάμεις για να καίνε, καταστρέφουν, ληστεύουν και παραλύουν την ομαλή λειτουργία της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης: το πανεπιστημιακό άσυλο και την κουκουλοφορία. Για το πρώτο γράφονται κάθε τόσο πολλά, αλλά ουδείς έχει την αρετή και την τόλμη να το καταργήσει ως άντρον κάθε είδους εγκλημάτων. Με την αντιμετώπιση της κουκουλοφορίας ουδείς ασχολείται. Και όμως, χάρη σε αυτήν εξασφαλίζεται το ακαταδίωκτο των «παιδιών» που καίνε, σπάνε,
κλέβουν, καταστρέφουν, πυρπολούν. Αν κάποιοι συλληφθούν και παραπεμφθούν στο δικαστήριο ισχυρίζονται ότι απλώς ήταν περαστικοί, οι δε αστυνομικοί δεν μπορούν να τους αναγνωρίσουν αφού φορούσαν κουκούλα. Βλέπετε στις δημοκρατίες, για να καταδικαστεί κάποιος, πρέπει να υπάρχουν αποδείξεις και όχι ενδείξεις. Ακριβώς γι΄ αυτό οι κουκουλοφόροι είναι άγνωστο είδος στις δικτατορίες, ουδέποτε έδρασαν επί Επταετίας και δραστηριοποιούνται μόνο εκ του «ασφαλούς», υπό καθεστώς δημοκρατίας, την οποία χλευάζουν και υπονομεύουν για
να επιβάλουν τελικά τη δική τους δικτατορία.
Ετσι το φαινόμενο έχει βαθμιαία εδραιωθεί ως μία υπερεξουσία που, άριστα οργανωμένη, δρα μεθοδευμένα στα μεγάλα αστικά κέντρα και εσχάτως και στο εξωτερικό (επίθεση με αβγά κατά Αλογοσκούφη). Με έδρα το κράτος Εξαρχείων και παράρτημα το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με το φιλόξενο άσυλό του έφθασαν να λιθοβολούν και να καίνε αυτοκίνητα έξω από τα γραφεία του ΠαΣοΚ με αποκορύφωμα την επίθεση κατά του Συμβουλίου της Επικρατείας, για να υπογραμμίσουν ότι είναι υπεράνω των συντεταγμένων εξουσιών και νόμων και κάνουν ό,τι θέλουν,
ατιμωρητί. Φυσικά, παρόντες ήταν και στην πορεία για το Πολυτεχνείο, μολονότι η βροχή χάλασε κάπως την κατάσταση. Η αντιεξουσιαστική επανάσταση θέλει και τις ανέσεις της, όπως και τις αργίες της. Ποτέ τα Σαββατοκύριακα.
Κυρίαρχο παραμένει επί χρόνια το ερώτημα: Γιατί η Αστυνομία δεν συλλαμβάνει τους κουκουλοφόρους, που δρουν ανενόχλητα και αντιμετωπίζονται μόνο με ρίψη δακρυγόνων αλλά ποτέ με περικύκλωση για τη σύλληψή τους;
Από πλευράς Αστυνομίας καταγγέλλονται για υποκρισία οι κατήγοροί τους: «Οταν- λένε- προβαίνουμε σε συλλήψεις,εμφανίζονται αυτόκλητοι υποστηρικτές των βανδάλων και ζητούν την απελευθέρωσή τους, ενώ όταν η αντίδραση της Αστυνομίας είναι σταθερή και με μέτρο, μας κατηγορούν γιατί δεν προβαίνουμε σε συλλήψεις. Τελικά θα πρέπει να μας πουν τι ακριβώς θέλουν όλοι αυτοί που ανέχονται στις πορείες τους τους κουκουλοφόρους βανδάλους και τους παρακολουθούν απαθείς να καταστρέφουν».
Το ότι δικαίως καταγγέλλεται από τους αστυνομικούς αυτή η απύθμενη υποκρισία, που συγκαλύπτεται με τον βολικό ισχυρισμό ότι οι συλλαμβανόμενοι δεν είναι κουκουλοφόροι αλλά φοιτητές, είναι αναμφισβήτητο. Ο εύλογος αντίλογος των καλόπιστων επικριτών της Αστυνομίας είναι ότι οφείλει να εκτελεί το καθήκον της και να εφαρμόζει τον νόμο κατά των παρανομούντων, ανεξάρτητα από το αν υβρίζονται οι άνδρες της ως «μπάτσοι- γουρούνια - δολοφόνοι».
Το πρόβλημα είναι ότι η κοινωνία μας έχει διαπαιδαγωγηθεί να θεωρεί την Αστυνομία ως εχθρό και να ανέχεται- αν δεν συμπαρίσταται- εκείνους που σπάνε και καίνε ή ακόμη και σκοτώνουν. Οι τρομοκράτες δολοφόνοι είχαν ευρεία κοινωνική στήριξη ή ανοχή που ενθουσιωδώς καταδίκασε σε ηθική και επαγγελματική εξόντωση τον αστυνομικό ο οποίος, προσπαθώντας να αποφύγει την πυρπόλησή του από τον νεαρό κουκουλοφόρο Καλτεζά, τον πυροβόλησε θανάσιμα. Δεκάδες είναι άλλωστε οι αστυνομικοί που δολοφονήθηκαν ή έμειναν ανάπηροι στη μάχη κατά
των τρομοκρατών. Ενώ επί δεκαετίες προσέρχονται ως μάρτυρες υπεράσπισης τρομοκρατών γνωστοί δήθεν προοδευτικοί.
Αλλά θα χρειασθεί να συνεχίσω.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου