Δευτέρα 21 Μαρτίου 2011

«Οχι» στον εξευρωπαϊσμό των εθνικών χρεών
Του Thomas Silberhorn, Γερμανού κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του Κόμματος των Χριστιανοκοινωνιστών
Εκ πρώτης όψεως, το ευρώ φαίνεται να είναι σταθερό νόμισμα. Ως προς την εξωτερική συναλλαγματική του αξία, σε σχέση με το δολάριο, είναι ισχυρότερο σήμερα απ’ όσο ήταν όταν κυκλοφόρησε. Στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, όμως, δεν συνέβαλε στη σύγκλιση, αλλά, αντιθέτως, εξέθεσε τη διαρκώς αυξανόμενη απόκλιση οικονομικής ανάπτυξης μεταξύ των μελών της, φαινόμενο που απειλεί σοβαρά ολόκληρο το οικοδόμημα της οικονομικής και νομισματικής ένωσης.
Προς το παρόν, η οικονομική βοήθεια προς την Ελλάδα και την Ιρλανδία έσωσε τις δύο αυτές χώρες από τον κίνδυνο χρεοκοπίας. Στο αμέσως προσεχές διάστημα, τα προγράμματα σταθεροποίησης που εφαρμόζουν θα τους επιτρέψουν να ανακτήσουν τον έλεγχο των πραγμάτων. Επιπροσθέτως αυτού, όμως, η μόνιμη σταθεροποίηση της Ευρωζώνης θα απαιτήσει δομικές μεταρρυθμίσεις, ώστε να ανατραπούν οι δυσμενείς εξελίξεις των τελευταίων χρόνων.
Το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης έχει ως στόχο να δεσμεύσει τα κράτη–μέλη του στην υιοθέτηση φρόνιμων δημοσιονομικών πολιτικών και να θέσει τα θεμέλια μιας κοινής αναπτυξιακής στρατηγικής. Στην πραγματικότητα, όμως, το σύμφωνο υπονομεύθηκε –συχνά και με συνυπαιτιότητα της Γερμανίας– και παραβιάστηκε πολύ συχνά, χωρίς, σε πολλές περιπτώσεις, να επιβληθούν οι αναλογούσες κυρώσεις. Παρ’ όλα αυτά, είναι σωστές οι προβλέψεις του για το ανώτατο επιτρεπόμενο επίπεδο χρέους και ελλείμματος, ώστε να περιορίζεται η εξάρτηση των κρατών από τις διαθέσεις των δανειστών τους. Γι’ αυτό και τα εργαλεία του συμφώνου θα πρέπει να εφαρμόζονται σε προγενέστερο στάδιο εκτροπών και να χρησιμοποιούνται με μεγαλύτερη αυστηρότητα και αποτελεσματικότητα στο εξής.
Ταυτόχρονα, θα πρέπει να ενισχυθεί το σκέλος της «ανάπτυξης» στο σύμφωνο. Εξ ου και το προτεινόμενο «σύμφωνο ανταγωνιστικότητας» προβλέπει στενότερη συνεργασία σε οικονομικά, εργασιακά και θέματα κοινωνικής πολιτικής. Πάντως, η εφαρμογή αυτών των κανόνων θα παραμείνει στην ευχέρεια των εθνικών κυβερνήσεων, οι οποίες θα μπαίνουν στο σύμφωνο με δική τους βούληση. Σε κάθε περίπτωση, είναι λογικό να υπάρξει εναρμόνιση των γενικότερων πολιτικών, ώστε να επιτευχθεί μεγαλύτερη σύγκλιση μεταξύ των οικονομικών επιδόσεων των κρατών της Ευρωζώνης.
Στο τέλος της ημέρας, μείζονος σημασίας θα είναι και η μορφή που θα λάβει ο μόνιμος μηχανισμός στήριξης. Οικονομική βοήθεια θα πρέπει να δίνεται μόνο σε περιπτώσεις εξαιρετικής ανάγκης και όταν απειλείται η σταθερότητα της Ευρωζώνης συνολικά. Οι αυστηρές προϋποθέσεις και η συνεισφορά στον μηχανισμό των ίδιων των δανειστών είναι εκ των ων ουκ άνευ. Δεν είναι πλέον αποδεκτό να εξασφαλίζονται από τυχόν απώλειες οι δανειστές υπερχρεωμένων κρατών, με χρήματα των φορολογουμένων, αντί να αναλαμβάνουν οι ίδιοι το ρίσκο – το ρίσκο που μόνοι τους επέλεξαν, με αντάλλαγμα τα υψηλά επιτόκια που απολάμβαναν.
Επίσης, δεν χρειάζεται να δίνεται οικονομική βοήθεια σε χώρες των οποίων τα χρέη παύουν πλέον να είναι βιώσιμα μακροπρόθεσμα. Oταν φτάνουμε σε αυτό το σημείο, η αναδιάρθρωση των χρεών είναι αναπόφευκτη, εξαιτίας της απαγόρευσης της ανάληψης του χρέους μιας χώρας από άλλη χώρα – απαγόρευση η οποία περιλαμβάνεται στις συνθήκες. Κάθε κράτος είναι υπεύθυνο για τα δικά του χρέη. Και τα εθνικά χρέη δεν μπορούν να γίνουν ευρωπαϊκά. Επομένως, τα ευρωομόλογα, τα οποία εξισώσουν το επιτόκιο για όλους, αποκλείονται, όπως αποκλείεται και η αγορά κρατικών ομολόγων από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό σταθερότητας.
Με βάση τις οικονομικές συνθήκες που επικρατούν, τις αρχές των συνθηκών, αλλά και, όσον αφορά τον Γερμανό παρατηρητή, τις επιταγές του συντάγματος της χώρας, ο «εξευρωπαϊσμός» των εθνικών χρεών θα ισοδυναμούσε με διάβαση του Ρουβίκωνα.
Τα μέλη της Ευρωζώνης πρέπει να προσπαθήσουν να διατηρήσουν την ένωσή τους. Η βοήθεια προς τα αδύναμα κράτη μπορεί να λάβει μορφή είτε οικονομική είτε θεσμική. Είναι όμως σίγουρο ότι δεν συμφέρει κανέναν –ούτε τη Γερμανία– να ξεπεράσει κάποιο μέλος τα όριά του. Αντίθετα, πρέπει να δοθούν κίνητρα στις χώρες να ακολουθούν σώφρονες δημοσιονομικές πολιτικές.

 http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_politics_2_20/03/2011_436425

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου